ΕΚΚΛΗΣΙΑΖΟΥΣΑΙ

Δραματουργός:

Οι «Εκκλησιάζουσες» είναι μια κωμωδία που γράφεται και παρουσιάζεται το 392 π. Χ., υπό καθεστώς λογοκρισίας. Οι απαγορεύσεις της οποίας όμως δεν εμποδίζουν τον Αριστοφάνη να πει – διαφεύγοντάς της – ό,τι θεωρεί σκόπιμο και επιβεβλημένο να πει στους συμπολίτες του, το άστατο του χαρακτήρα των οποίων, ιδίως στα πολιτικά πράγματα, για μια ακόμη φορά στηλιτεύει και διακωμωδεί. Θέμα της κωμωδίας αυτής είναι η «πολιτική ουτοπία», την οποία πλάθει ο Αριστοφάνης, ενδεχομένως επηρεασμένος από τις ιδέες  της Πλατωνικής «Πολιτείας» (που θα διαμορφωθεί όμως σε ολοκληρωμένο σύγγραμμα λίγα χρόνια αργότερα). Η πολιτική σάτιρα εντοπίζεται εδώ στο ευμετάβλητο των συμπολιτών του, οι οποίοι τα τελευταία είκοσι περίπου χρόνια έκαναν συνεχώς «πολιτειακούς πειραματισμούς». Τώρα, έχοντας δοκιμάσει  σχεδόν τα πάντα, αναγκάζονται να δεχθούν – υποτίθεται με… δημοκρατικές διαδικασίες – την διακυβέρνηση της πόλης από τις γυναίκες. Οι οποίες, μεταμφιεσμένες σε άνδρες, δημιουργούν μια «τεχνητή πλειοψηφία» στην Εκκλησία του δήμου και υφαρπάζουν στην ουσία την πολιτική εξουσία, υπό την καθοδήγηση της Πραξαγόρας. Οι άνδρες αποδέχονται την νέα κατάσταση, ενώ η Πραξαγόρα, εξαγγέλλει γενική κοινοκτημοσύνη αγαθών, αλλά και ερωτικών απολαύσεων, ώστε να μην υπάρχει πολίτης ανεξαρτήτως ηλικίας και γένους που να μην απολαμβάνει τα πάντα, ακόμη και τον έρωτα. Το τελευταίο αυτό εύρημα δίνει στον Αριστοφάνη την δυνατότητα να πλάσει απολαυστικές καταστάσεις, με τις οποίες κλείνει το έργο.

4.00