Ο Αριστοφάνης συλλαμβάνει την ιδέα μιας «ονειρικής ουτοπίας», ενώ οι συμπολίτες του ετοιμάζονται να αποδυθούν στην πιο τυχοδιωκτική πολεμική επιχείρησή τους, την εκστρατεία στην Σικελία.
Η κωμωδία «Όρνιθες» είναι ένας ιδιοφυής «ύμνος στην ουτοπία», που όμως δεν κατάφερε να αφυπνίσει τους Αθηναίους. Οι οποίοι, ανήσυχοι για τις εξελίξεις στην Σικελία, αλλά μη θέλοντας να σκεφτούν καν την τραγική κατάληξη της εκστρατείας τους, παρακολούθησαν και έζησαν αυτή την απελπισμένη φυγή από την πραγματικότητα δυο «συμπολιτών» τους, του Πισθέταιρου και του Ευελπίδη.
Απελπισμένοι οι δύο Αθηναίοι πολίτες από την ζωή στην πόλη τους ψάχνουν να βρουν μια κατάλληλη γι’ αυτούς πόλη. Και τελικά εγκαθίστανται σε μια πόλη που δεν μπορεί να υπάρξει, την Νεφελοκοκκυγία, μια πόλη των πουλιών, στον αιθέρα. Την αιθέρια αυτή πόλη τα πουλιά δέχονται να φτιάξουν έχοντας πεισθεί από τον Πισθέταιρο ότι έτσι θα γίνουν οι πραγματικοί άρχοντες του κόσμου και θα είναι ανώτεροι και από τους θεούς ακόμη. Για να αποδειχθεί η δύναμή τους, κατά τις συμβουλές του Πισθέταιρου, – ο οποίος όμως μόλις αναλαμβάνει την αρχηγία για το εγχείρημα αποκαλύπτει και τον αυταρχικό του χαρακτήρα – αποκλείουν τον αιθέρα μη επιτρέποντας την «διέλευση» ούτε καν της ευωδίας από τις θυσίες που προσφέρουν οι άνθρωποι στους θεούς. Πρώτα οι άνθρωποι αντιλαμβάνονται τα πλεονεκτήματα της «ουράνιας πόλης» και συρρέουν σ’ αυτήν είτε για να επωφεληθούν από την δημιουργία μιας νέας πόλης, είτε για να αποκτήσουν και εκείνοι φτερά, όπως τα πουλιά, για να κάνουν καλύτερα τις δουλειές τους. Τελικά και οι θεοί ακόμη, για να έχουν τις θυσίες τους, υποκύπτουν και παραδίδουν στον Πισθέταιρο τα σύμβολα της εξουσίας του Δία, μαζί με την πανώρια κόρη, την Βασίλεια, που έχει και φυλάει τα σύμβολα αυτά. Η κωμωδία της ουτοπίας τελειώνει με τον γάμο Πισθέταιρου – Βασίλειας.