ΑΙΣΧΥΛΟΣ (525-456 π. Χ.)

Ο Αισχύλος γεννήθηκε το 525/4 π. Χ. στην Ελευσίνα και πέθανε το 456 π. Χ. στην Γέλα της Σικελίας. Μορφοποίησε πλήρως την τραγωδία, με τις εξής σημαντικές καινοτομίες. Αύξησε τον αριθμό των υποκριτών (ηθοποιών) από έναν σε δύο και μείωσε τον αριθμό των μελών του Χορού από πενήντα σε δώδεκα. Οι παρεμβάσεις αυτές άλλαξαν ουσιαστικά την μορφή της τραγωδίας, καθώς επέτρεψαν να αναπτυχθεί ο λόγος-διάλογος και κατά συνέπεια, η δράση. Καθιέρωσε την ανάπτυξη ενιαίου θέματος σε τρεις τραγωδίες (τριλογία) πλαισιούμενες από ένα σατυρικό δράμα. Και, τέλος, ανέπτυξε την σκηνογραφία. Έγραψε περισσότερα από 80 δράματα, από τα οποία σώζονται ολόκληρα επτά. Εξ αυτών η Ορέστεια, αποτελεί την μόνη σωζόμενη τριλογία. Κατά – την εικαζόμενη πάντοτε – χρονολογική σειρά (σύνθεσης ή διδαχής) οι σωζόμενες τραγωδίες του Αισχύλου είναι οι εξής:

ΑΙΣΧΥΛΟΣ

ΙΚΕΤΙΔΕΣ

Θεωρείται η αρχαιότερη σωζόμενη τραγωδία του Αισχύλου - και της κλασικής δραματουργίας, γενικότερα - με πιθανότερο χρόνο διδαχής περί το 493 π. Χ..Πρώτη τραγωδία της τριλογίας που συνέθεταν επίσης οι τραγωδίες «Αιγύπτιοι» και «Δαναΐδες», με σατυρικό δράμα την «Αμυμώνη».

ΑΙΣΧΥΛΟΣ

ΠΕΡΣΑΙ

Είναι η μόνη, σωζόμενη τραγωδία της αρχαίας δραματουργίας, το θέμα της οποίας δεν λαμβάνεται από μύθους ή τα ομηρικά έπη ή παράδοση, αλλά αποτελεί δραματοποίηση πραγματικού ιστορικού γεγονότος, της ναυμαχίας της Σαλαμίνας και της οριστικής λήξης των Μηδικών πολέμων, με νίκη των Ελλήνων, πρωτοστατούντων των Αθηναίων

ΑΙΣΧΥΛΟΣ

ΕΠΤΑ ΕΠΙ ΘΗΒΑΣ

Ο Αισχύλος ανιχνεύει και αναλύει την προσωπική ευθύνη στις πράξεις του ανθρώπου, ταυτόχρονα όμως προβάλλει τα δεινά του εμφυλίου πολέμου, μέσα από την αδελφοκτόνο αντιπαράθεση των γιων του Οιδίποδα, Ετεοκλή και Πολυνείκη, σε μια ιδιαίτερα κρίσιμη περίοδο.

Η τραγωδία αυτή - και η τριλογία της – συνιστά μια πιο αποφασιστική παρέμβαση του Αισχύλου στα πολιτικά και κοινωνικά γεγονότα της ταραγμένης εποχής κατά την οποία συνθέτει και διδάσκει το δράμα του. Μέσα από τον μύθο του Προμηθέα ο Αισχύλος προβάλλει την ανάγκη να υπάρχει πολιτική/κοινωνική ανοχή.

Η τριλογία «Ορέστεια» είναι η μόνη που σώζεται ολόκληρη, θεωρείται δε αριστούργημα της δραματουργικής τέχνης. Συντίθεται από τις τραγωδίες «Αγαμέμνων» - «Χοηφόροι» - «Ευμενίδες», και «Πρωτεύς», σατυρικό δράμα. Διδάχθηκε το 458 π. Χ. και ο Αισχύλος - που παρουσίασε για τελευταία φορά έργο του στην Αθήνα - τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο.

Η τριλογία συνιστά κολοσσιαία σύλληψη και σύνθεση, με την οποία ο Αισχύλος επιχειρεί να θωρακίσει το δημοκρατικό πολίτευμα που βιώνει και αναπτύσσει η κοινωνία της Αθήνας, με ένα δεύτερο στοιχείο, μετά την «πολιτική - κοινωνική ανοχή», που προέβαλε με την τριλογία του «Προμηθέα». Τώρα, με την «Ορέστεια», μέσα από τον μύθο του απωτάτου εγκλήματος

της μητροκτονίας (ο Ορέστης εκδικούμενος τον φόνο του πατέρα του Αγαμέμνονα, σκοτώνει την φόνισσα-μάνα του, Κλυταιμήστρα) ο Αισχύλος κηρύσσει την ανάγκη να επικρατήσει η ανθρώπινη δικαιοσύνη, με κύριο γνώρισμα την επιείκεια, αντί της άτεγκτης «δικαιοσύνης» των Ερινύων, της δεισιδαιμονίας και του φόβου.