ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ (485/4 – 406 π. Χ.)
Ο Ευριπίδης γεννήθηκε – κατά μία παράδοση – στην Σαλαμίνα το 485 ή 484 π. Χ. και πέθανε το 406 π. Χ. στην Πέλλα. Έγραψε και δίδαξε 92 έργα από τα οποία ακέραια σώζονται δέκα εννέα. Ο Ευριπίδης, βρίσκοντας την τραγωδία πλήρως ανεπτυγμένη από τον Αισχύλο και τον Σοφοκλή, την ανανέωσε, την αναμόρφωσε και την ανήγαγε στο γενικό πλαίσιο, μέσα στο οποίο εξελίχθηκε το Θέατρο. Σχηματικά μπορούμε να πούμε ότι οι δύο πρώτοι μεγάλοι τραγικοί, ο Αισχύλος και ο Σοφοκλής, «έκαναν τραγωδία», ενώ ο Ευριπίδης «έκανε θέατρο». Η παρέμβαση του Ευριπίδη στην τραγωδία έγινε με: α. Την ουσιαστική στροφή της θεματολογίας, με την οποία η τραγωδία – και το δραματικό έργο γενικότερα – μπήκαν στον χώρο της καθημερινότητας. β. Την άσκηση αυστηρής – σαφώς αντιπολεμικής και ενωτικής – κριτικής, με επίκεντρο την φθορά των αρχών και αξιών της αθηναϊκής κοινωνίας. γ, Την εκλέπτυνση και ταυτόχρονα εκλαΐκευση του δραματικού λόγου, σε σημείο ώστε η «γλώσσα του Ευριπίδη» να καθιερωθεί συν τω χρόνω ως κυρίαρχος θεατρικός λόγος. δ, Την επανένταξη του κωμικού στοιχείου στο δραματικό έργο ως οργανικού μέρους του. (Ως προς το τελευταίο αυτό μπορεί να λεχθεί ότι δεν υπάρχει έργο από τα σωζόμενα του Ευριπίδη, στο οποίο να μην αναπτύσσονται καθαρά κωμικές σκηνές ή σκηνές με έντονο σαρκαστικό χαρακτήρα, σαφώς απομακρυνόμενον από το «τραγικό ύφος»). Έλαβε ελάχιστες φορές το πρώτο βραβείο, πολύ λιγότερες από τους δύο άλλους μεγάλους τραγικούς, αν και ήταν ο πιο αγαπητός δραματουργός και στην εποχή του και στους μετέπειτα αιώνες.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Η «Άλκηστις» είναι το αρχαιότερο από τα σωζόμενα δράματα του Ευριπίδη. Διδάχθηκε το 438 π. Χ. και είναι το μόνο που δεν ανήκει στην περίοδο του Πελοποννησιακού Πολέμου (431 – 404 π. Χ.). Το έργο παρουσιάσθηκε στην θέση του σατυρικού δράματος που συμπλήρωνε τριλογία τραγωδιών, αν και δεν έχει κανένα στοιχείο σατυρικού δράματος.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Η τραγωδία «Μήδεια» - δεύτερο κατά σειρά αρχαιότητας σωζόμενο έργο του Ευριπίδη - διδάχθηκε την άνοιξη του 431 π. Χ., λίγες εβδομάδες πριν αρχίσει ο Πελοποννησιακός Πόλεμος. Θεωρείται το τραγικότερο έργο του Ευριπίδη, ο οποίος εμφανίζει την ελάχιστα – τότε – γνωστή εκδοχή του μύθου της Μήδειας, κατά την οποία η απατημένη σύζυγος σκοτώνει τα παιδιά που είχε αποκτήσει με τον Ιάσονα, για να τον εκδικηθεί. Δεν είναι μόνο η πρώτη από σκηνής παρουσίαση μιας υπόθεσης του απωτάτου εγκλήματος της παιδοκτονίας , αλλά και το έργο που καταγράφει - με ψυχογραφική ακρίβεια - την ψυχολογική κατάσταση και τις μεταπτώσεις της που βιώνει η Μήδεια από την στιγμή που παίρνει την απόφαση να σκοτώσει τα παιδιά της μέχρι την πραγματοποίησή της.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Η τραγωδία «Ηρακλείδαι» είναι από τα παλαιότερα σωζόμενα δράματα του Ευριπίδη. Γράφεται και παρουσιάζεται κατά τα πρώτα χρόνια του Πελοποννησιακού πολέμου (431 – 404 π. Χ.) και ειδικότερα μεταξύ 429 και 427 π. Χ. (με πιθανότερη την πρώτη χρονολογία). Θέμα της είναι ο μύθος των Ηρακλειδών, των παιδιών του νεκρού πια Ηρακλή, που καταδιωκόμενα από τον βασιλιά του Άργους Ευρυσθέα, βρίσκουν καταφύγιο στην Αθήνα. Με την δραματουργική ανάπτυξη του γνωστού αυτού μύθου ο Ευριπίδης κάνει σαφή προσπάθεια να τονώσει το ηθικό των συμπολιτών του, που ήδη δοκιμάζονται από την επιδρομή των Σπαρτιατών και, πολύ περισσότερο, από τον λοιμό που ξέσπασε το 430 π. Χ., δεύτερο χρόνο του πολέμου.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Η τραγωδία «Ιππόλυτος» διδάχθηκε το 428 π. Χ. και ο Ευριπίδης τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο. Ήδη από την αρχαιότητα εθεωρείτο ως ένα από τα αριστουργήματα του Ευριπίδη, αλλά και - κατά τους νεώτερους χρόνους - της δραματουργίας γενικότερα. Η υπόθεση του έργου αναφέρεται στον μύθο του έρωτα της Φαίδρας, συζύγου του βασιλιά της Αθήνας Θησέα για τον γιο του Ιππόλυτο, από την βασίλισσα των Αμαζόνων Ιππολύτη. Η τραγωδία αυτή του Ευριπίδη άσκησε βαθύτατη και διαχρονική επιρροή στο θέατρο και στις τέχνες, ιδιαίτερα δε στην ζωγραφική.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Το Σατυρικό Δράμα «Κύκλωψ» είναι το μοναδικό έργο του είδους, που σώθηκε ολόκληρο, με πιθανότερο χρόνο γραφής και διδαχής, παρουσίασης, περί το 428 π.Χ. και ειδικότερα τα αμέσως μετά το έτος αυτό χρόνια. Έχουν όμως διατυπωθεί απόψεις που τοποθετούν το έργο άλλες μεν πολύ προγενέστερα και άλλες μετά και το 424 π. Χ. Είναι άγνωστο με ποια τριλογία τραγωδιών διδάχθηκε.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Η τραγωδία «Ανδρομάχη», τέταρτο ή πέμπτο κατά σειρά αρχαιότητας από τα σωζόμενα έργα του Ευριπίδη, ανάγεται στην δεκαετία 430 – 420 π. Χ., σύμφωνα δε με ορισμένα ιστορικά στοιχεία, πιστεύεται ότι διδάχθηκε το 426 π. Χ. Είναι έργο βαθύτατα αντιπολεμικού χαρακτήρα.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Το δράμα «Ρήσος» (το λιγότερο γνωστό στο ευρύ κοινό, καθώς ελάχιστες φορές έχει παρασταθεί) αποτελεί θαυμάσια δραματοποίηση της Ραψωδίας Κ της Ιλιάδας («Δολώνεια»), όπου οι Τρώες στέλνουν κατάσκοπο στο στρατόπεδο των Ελλήνων τον Δόλωνα, που πιάνουν και σκοτώνουν ο Οδυσσεύς και ο Διομήδης, οι οποίοι σκοτώνουν στην συνέχεια και τον Θράκα βασιλιά Ρήσο που είχε έλθει για να ενισχύσει τους Τρώες.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Δεν έχει προσδιορισθεί ακριβώς ο χρόνος σύνθεσης και διδαχής της τραγωδίας «Εκάβη». Πιθανολογείται ότι αυτή παρουσιάσθηκε στα μέσα της δεκαετίας 430 – 420 π. Χ. και ειδικότερα το 424 π. Χ.. Βαθύτατα – και αυτό – αντιπολεμικό έργο, διερευνά τις επιδράσεις του πολέμου και των αποτελεσμάτων του στην προσωπικότητα του ανθρώπου, τον οποίον μπορούν να οδηγήσουν στην τελική αποκτήνωση. Κεντρικό πρόσωπο της τραγωδίας είναι η άλλοτε βασίλισσα της Τροίας Εκάβη, που τώρα πια, χαροκαμένη μάνα, είναι δούλα ανάμεσα σε δούλες συμπατριώτισσές της και ζει τον θάνατο δυο ακόμη παιδιών της, πριν πάρει την φριχτή εκδίκησή της.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Το δράμα «Ηρακλής Μαινόμενος» είναι μια ιδιοφυής αλληγορία που γράφει και παρουσιάζει ο Ευριπίδης κατά τα τελευταία χρόνια (πιθανότατα το 424 ή 423 π. Χ.) της πρώτης φάσης (431- 421 π. Χ.) του Πελοποννησιακού πολέμου. Η αλληγορία και ο συμβολισμός συνίστανται στο ότι ο Ευριπίδης χρησιμοποιεί τον γνωστό Μύθο της Μανίας του Ηρακλή για να συμβολίσει με την θριαμβική του πορεία, τον ολέθριο ξεπεσμό του, αλλά και την προοπτική να ανορθωθεί και πάλι, την αντίστοιχη πορεία που ακολουθεί, προς την καταστροφή της, η Αθηναϊκή Δημοκρατία πρωτίστως, αλλά και η Ελλάδα ολόκληρη. Και προειδοποιεί ο Ευριπίδης τους συμπολίτες του και τους λοιπούς αντιμαχομένους Έλληνες για την ολέθρια πορεία που ακολουθούν, καλώντας τους να αλλάξουν συμπεριφορά και να στραφούν προς τις πατροπαράδοτες αξίες τους.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Το δράμα «Ικέτιδες» διδάσκεται κατά τα Μεγάλα Διονύσια του 422 π. Χ. και είναι ένα από τα πιο «πολιτικοποιημένα» έργα του Ευριπίδη. Γράφεται και παρουσιάζεται στο τέλος της πρώτης δεκαετίας του Πελοποννησιακού πολέμου και ενώ κορυφώνεται η αντιπαράθεση Αθήνας και Σπάρτης, που ακολουθούν τυφλά τις βουλές και βλέψεις του πολεμοκάπηλου Κλέωνα , η πρώτη, και του στρατοκράτη Βρασίδα, η δεύτερη. Αντιπολεμικό, φιλειρηνικό, αλλά και βαθύτατα πατριωτικό το δράμα στηλιτεύει τις πολεμοχαρείς πράξεις και διαθέσεις των ολιγαρχικών καθεστώτων (Θήβα στο δράμα, που απεικονίζει την Σπάρτη) και εξαίρει την σωστική δράση και παρέμβαση που μπορεί να αναπτύξει μια δημοκρατούμενη πολιτεία, όπως αυτή της Αθήνας (στο δράμα και στην πραγματικότητα).
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ο Ευριπίδης γράφει και παρουσιάζει το δράμα του «Ίων» στα μέσα της βραχυχρόνιας ανάπαυλας του Πελοποννησιακού πολέμου (Νικίειος Ειρήνη, 421 – 416 π. Χ.) Κεντρικό μήνυμα που θέλει να δώσει ο Ευριπίδης με τον «Ίωνα» είναι η υπογράμμιση της κοινής καταγωγής όλων των Ελληνικών φύλων, που έχουν όμως αποδυθεί σε έναν μακροχρόνιο και καταστρεπτικό μεταξύ τους πόλεμο. Και το κάνει αναπτύσσοντας ένα θεατρικό έργο που από την πρώτη στιγμή κρατά αδιάπτωτο το ενδιαφέρον του θεατή. Όσο προχωρεί η δράση ο θεατής θέλγεται από την εξέλιξη της υπόθεσης και τις μεταπτώσεις των ηρώων, αλλά και από τα ευρήματα του Ευριπίδη, ο οποίος εισάγει στο δράμα του αυτό ακόμη και στοιχεία … αστυνομικού μυθιστορήματος.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Την εποχή που οι Αθηναίοι, μετά την βραχυχρόνια Νικίειο ειρήνη (421 – 416 π. Χ.) ξαναρίχνονται στον Πελοποννησιακό πόλεμο, ο Ευριπίδης παρουσιάζει ένα από τα πιο αντιπολεμικά έργα του, την τραγωδία «Τρωάδες». Το δράμα παρουσιάζεται την άνοιξη του 415 π. Χ., ενώ όλη η Αθήνα ετοιμάζεται πυρετωδώς για την εκστρατεία στην Σικελία, που θα σημάνει και την αρχή του τέλους της Αθηναϊκής Δημοκρατίας. Λίγους μήνες μετά την παρουσίαση της τραγωδίας αυτής ο Αθηναϊκός στόλος φεύγει για την Σικελία, όπου θα γνωρίσει μετά από δύο χρόνια την ολοκληρωτική συντριβή και η οδύνη, η αγωνία και η απόλυτη απελπισία που διακατέχουν τις γυναίκες της αλωμένης Τροίας, τις Τρωάδες, θα μπουν σε κάθε αθηναϊκό σπίτι.