Ο Ευριπίδης στο δράμα του «Ίων» αναπτύσσει θεατρικά τον μύθο του γενάρχη των Ιώνων, και μάλιστα την εκδοχή του μύθου κατά την Αττική παράδοση. Κατ’ αυτήν, ο Ίων είναι γιος της κόρης του βασιλιά της Αθήνας, Ερεχθέα, της Κρέουσας, την οποία ερωτεύθηκε και βίασε ο Απόλλων. Η Κρέουσα γεννά κρυφά και εκθέτει το βρέφος. Ο Απόλλων το σώζει και αναθέτει στον Ερμή να το πάει στο μαντείο του, στους Δελφούς, όπου το βρίσκει η Πυθία, η οποία το ανατρέφει σαν παιδί της. Ο νέος μεγαλώνει και υπηρετεί το Ιερό του Απόλλωνα, στον οποίον θεωρεί ότι και ανήκει. Η Κρέουσα στο μεταξύ έχει παντρευτεί τον Ξούθο, και μετά από χρόνια ατεκνίας πηγαίνει με τον σύζυγό της στους Δελφούς για να πάρουν μαντεία αν θα αποκτήσουν παιδιά. Ο Απόλλων δίδει χρησμό πως ο Ξούθος θα βρει γιο και αυτός θα είναι ο πρώτος που θα συναντήσει βγαίνοντας από το ιερό. Εκείνος δε που πρωτοσυναντά δεν είναι άλλος από τον αφιερωμένο στον Απόλλωνα νέον, στον οποίο ο Ξούθος, πανευτυχής, δίδει το όνομα «Ίων» κατά παραφθορά της μετοχής «ιών = ερχόμενος». Η Κρέουσα όμως κάθε άλλο παρά ευτυχής είναι, έχοντας χάσει το παιδί της και ενώ εκείνη βρίσκεται σε μακρά ατεκνία, ο σύζυγός της αποκτά γιο, με παρέμβαση του Απόλλωνα, ο οποίος είναι η αιτία όλων των δυστυχιών της. Και με προτροπή έμπιστού της γέροντα υπηρέτη αποφασίζει να σκοτώσει τον νέο, ο οποίος θα γινόταν, ως γιος του Ξούθου, βασιλιάς της Αθήνας. Η κατ’ απόλυτα ευρηματικό τρόπο αποκάλυψη του σχεδίου γίνεται με την αποτυχία της απόπειρας, οπότε αποφασίζεται η εκτέλεση της Κρέουσας. Γίνεται όμως και η αποκάλυψη της ταυτότητας Ίωνα και Κρέουσας και της συγγένειας που τους συνδέει, ενώ την πλήρη εξήγηση του πώς έγιναν τα πράγματα δίνει η Αθηνά (από μηχανής θεός), που προλέγει και τα μελλούμενα, δίνοντας έτσι το διάγραμμα της κοινής καταγωγής όλων των ελληνικών φύλων. Που είναι και το κεντρικό, φιλειρηνικό/αντιπολεμικό, μήνυμα που θέλει να υπογραμμίσει ο Ευριπίδης – και – με το έργο του αυτό.
Άλλα Έργα
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Το δράμα «Ικέτιδες» διδάσκεται κατά τα Μεγάλα Διονύσια του 422 π. Χ. και είναι ένα από τα πιο «πολιτικοποιημένα» έργα του Ευριπίδη. Γράφεται και παρουσιάζεται στο τέλος της πρώτης δεκαετίας του Πελοποννησιακού πολέμου και ενώ κορυφώνεται η αντιπαράθεση Αθήνας και Σπάρτης, που ακολουθούν τυφλά τις βουλές και βλέψεις του πολεμοκάπηλου Κλέωνα , η πρώτη, και του στρατοκράτη Βρασίδα, η δεύτερη. Αντιπολεμικό, φιλειρηνικό, αλλά και βαθύτατα πατριωτικό το δράμα στηλιτεύει τις πολεμοχαρείς πράξεις και διαθέσεις των ολιγαρχικών καθεστώτων (Θήβα στο δράμα, που απεικονίζει την Σπάρτη) και εξαίρει την σωστική δράση και παρέμβαση που μπορεί να αναπτύξει μια δημοκρατούμενη πολιτεία, όπως αυτή της Αθήνας (στο δράμα και στην πραγματικότητα).
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Το δράμα «Ηρακλής Μαινόμενος» είναι μια ιδιοφυής αλληγορία που γράφει και παρουσιάζει ο Ευριπίδης κατά τα τελευταία χρόνια (πιθανότατα το 424 ή 423 π. Χ.) της πρώτης φάσης (431- 421 π. Χ.) του Πελοποννησιακού πολέμου. Η αλληγορία και ο συμβολισμός συνίστανται στο ότι ο Ευριπίδης χρησιμοποιεί τον γνωστό Μύθο της Μανίας του Ηρακλή για να συμβολίσει με την θριαμβική του πορεία, τον ολέθριο ξεπεσμό του, αλλά και την προοπτική να ανορθωθεί και πάλι, την αντίστοιχη πορεία που ακολουθεί, προς την καταστροφή της, η Αθηναϊκή Δημοκρατία πρωτίστως, αλλά και η Ελλάδα ολόκληρη. Και προειδοποιεί ο Ευριπίδης τους συμπολίτες του και τους λοιπούς αντιμαχομένους Έλληνες για την ολέθρια πορεία που ακολουθούν, καλώντας τους να αλλάξουν συμπεριφορά και να στραφούν προς τις πατροπαράδοτες αξίες τους.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Η τραγωδία «Ιφιγένεια εν Αυλίδι» είναι το ύστατο έργο που γράφει ο Ευριπίδης στην Πέλλα της Μακεδονίας, όπου θα ζήσει τους τελευταίους δέκα οκτώ μήνες της ζωής του. Το έργο είναι ενδεχόμενο να γράφηκε παράλληλα προς την τραγωδία «Βάκχαι», ή, σε αντίθετη περίπτωση, αμέσως μετά από αυτήν. Οι δύο τραγωδίες αποτελούν το κύκνειο άσμα του Ευριπίδη και με αυτές ο δραματουργός δίνει το μήνυμα συναδέλφωσης του - σπαρασσόμενου τότε στον Πελοποννησιακό πόλεμο Ελληνισμού - με την ανάδειξη της κοινής καταγωγής και των πολιτιστικών αξιών του («Βάκχαι») αλλά και του ρόλου που μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει ο Ελληνισμός («Ιφιγένεια εν Αυλίδι»). Και οι δύο τραγωδίες διδάχθηκαν – παρουσιάστηκαν – μετά τον θάνατο του δραματουργού που επισυνέβη στις αρχές του 406 π. Χ. (ετάφη στην κοιλάδα της Αρέθουσας, κοντά στην Αμφίπολη).
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Η «Άλκηστις» είναι το αρχαιότερο από τα σωζόμενα δράματα του Ευριπίδη. Διδάχθηκε το 438 π. Χ. και είναι το μόνο που δεν ανήκει στην περίοδο του Πελοποννησιακού Πολέμου (431 – 404 π. Χ.). Το έργο παρουσιάσθηκε στην θέση του σατυρικού δράματος που συμπλήρωνε τριλογία τραγωδιών, αν και δεν έχει κανένα στοιχείο σατυρικού δράματος.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Ο Ευριπίδης διδάσκει το δράμα του «Ιφιγένεια εν Ταύροις» το 414 π. Χ.. Με πλαίσιο μια τραγική στην ουσία της ιστορία συνθέτει ένα συναρπαστικό έργο, μια περιπέτεια που έχει αίσιο για όλους τέλος. Και για τα δύο κύρια πρόσωπα, την Ιφιγένεια και τον αδελφό της, Ορέστη, αλλά και για τους ίδιους τους θεατές, που δέχονται το έργο και το αισιόδοξο πνεύμα του σαν μια λυτρωτική ανάπαυλα - και ανακούφιση – από τις κακουχίες του Πελοποννησιακού πολέμου, μέσα στον οποίο ζει για δέκα επτά τώρα χρόνια η αθηναϊκή πολιτεία και κοινωνία.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Δεν έχει προσδιορισθεί ακριβώς ο χρόνος σύνθεσης και διδαχής της τραγωδίας «Εκάβη». Πιθανολογείται ότι αυτή παρουσιάσθηκε στα μέσα της δεκαετίας 430 – 420 π. Χ. και ειδικότερα το 424 π. Χ.. Βαθύτατα – και αυτό – αντιπολεμικό έργο, διερευνά τις επιδράσεις του πολέμου και των αποτελεσμάτων του στην προσωπικότητα του ανθρώπου, τον οποίον μπορούν να οδηγήσουν στην τελική αποκτήνωση. Κεντρικό πρόσωπο της τραγωδίας είναι η άλλοτε βασίλισσα της Τροίας Εκάβη, που τώρα πια, χαροκαμένη μάνα, είναι δούλα ανάμεσα σε δούλες συμπατριώτισσές της και ζει τον θάνατο δυο ακόμη παιδιών της, πριν πάρει την φριχτή εκδίκησή της.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Η τραγωδία «Ανδρομάχη», τέταρτο ή πέμπτο κατά σειρά αρχαιότητας από τα σωζόμενα έργα του Ευριπίδη, ανάγεται στην δεκαετία 430 – 420 π. Χ., σύμφωνα δε με ορισμένα ιστορικά στοιχεία, πιστεύεται ότι διδάχθηκε το 426 π. Χ. Είναι έργο βαθύτατα αντιπολεμικού χαρακτήρα.
ΕΥΡΙΠΙΔΗΣ
Το δράμα «Ρήσος» (το λιγότερο γνωστό στο ευρύ κοινό, καθώς ελάχιστες φορές έχει παρασταθεί) αποτελεί θαυμάσια δραματοποίηση της Ραψωδίας Κ της Ιλιάδας («Δολώνεια»), όπου οι Τρώες στέλνουν κατάσκοπο στο στρατόπεδο των Ελλήνων τον Δόλωνα, που πιάνουν και σκοτώνουν ο Οδυσσεύς και ο Διομήδης, οι οποίοι σκοτώνουν στην συνέχεια και τον Θράκα βασιλιά Ρήσο που είχε έλθει για να ενισχύσει τους Τρώες.