Με την τελευταία σωζόμενη κωμωδία του «Πλούτος» ο Αριστοφάνης επιχειρεί μια τολμηρή κοινωνική σάτιρα, στηλιτεύοντας την γενική των συμπολιτών του – αλλά και του απλού ανθρώπου κάθε τόπου και εποχής – επιθυμία να αποκτήσουν αμέσως πολύ πλούτο. Ο πόθος του άμεσου πλουτισμού στην απηνή αυτή σάτιρα εκπληρώνεται με άκρως ευρηματικό τρόπο, αλλά και έχει τραγελαφικά αποτελέσματα. Ένας φτωχός, αλλά τίμιος Αθηναίος, ο Χρεμύλος κατά Δελφική προφητεία, βρίσκει τον θεό Πλούτο, που, τυφλωμένος από τον Δία, πηγαίνει τυχαία και αδιακρίτως σε οποιονδήποτε, και κατά «σύμπτωση» περισσότερο σε άδικους και πονηρούς ανθρώπους. Ο Χρεμύλος υπόσχεται στον Πλούτο να τον θεραπεύσει, πηγαίνοντάς τον στον Ασκληπιό, έτσι ώστε ο θεός να αναβλέψει και να πηγαίνει να αυτοδιανέμεται στους δίκαιους πολίτες. Οι οποίοι – περιμένοντας να θεραπευθεί ο Πλούτος – δεν ακούν, γιατί δεν θέλουν να ακούσουν, τις παραινέσεις της Πενίας που δεν σταματά να τους εκθειάζει τα πλεονεκτήματα της εργασίας και τα μειονεκτήματα του πλούτου , και του υπαρκτού άδικου και του ανύπαρκτου στην πραγματικότητα γενικού πλούτου. Και όχι μόνο δεν ακούν τις παραινέσεις της, αλλά και την διώχνουν, λαχταρώντας να ζήσουν την ουτοπία του γενικού πλούτου. Και, στο θέατρο, η ουτοπία πραγματοποιείται και ο αναβλέψας Πλούτος μοιράζει σε όλους πλούτη και αγαθά. Η κωμωδία έτσι τελειώνει με ένα γενικό γλέντι της ουτοπικής ευδαιμονίας που «ζουν» οι πρωταγωνιστές της και παρακολουθούν οι θεατές της, υπό μία θυμόσοφη παρατήρηση του Χρεμύλου που υπονοεί ότι «κάτι δεν πάει καλά» με την αντιστροφή της πραγματικότητας. Μέσα όμως στο γενικό γλέντι, κανείς δεν αντιλαμβάνεται τον προβληματισμό του Χρεμύλου, ούτε και θυμάται πια την προειδοποίηση της Πενίας ότι κάποτε θα την νοσταλγήσουν και θα την καλέσουν να γυρίσει.
ΠΛΟΥΤΟΣ
€4.00
Άλλα Έργα
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ
Η κωμωδία «Εκκλησιάζουσαι» είναι το προ-τελευταίο από τα σωζόμενα έργα του Αριστοφάνη. Με το έργο αυτό ο Αριστοφάνης απομακρύνεται από τον τύπο της κωμωδίας της προηγούμενης περιόδου, όπου κυριαρχούσε η πολιτική σάτιρα προσώπων και καταστάσεων και ο ποιητής παρεμβαίνοντας στο έργο με την «Παράβαση» έλεγε την προσωπική του άποψη. Τα δύο αυτά στοιχεία λείπουν από τις «Εκκλησιάζουσες», στις οποίες επίσης περιορίζεται ουσιαστικά ο ρόλος του Χορού. Προαναγγέλλεται έτσι η στροφή του Αριστοφάνη - που θα καταστεί εμφανέστερη στην τελευταία του σωζόμενη Κωμωδία, «Πλούτος» - προς νέο είδος Κωμωδίας, που θα μετεξελιχθεί από τους διαδόχους του στην Μέση και τελικά στην Νέα Αττική Κωμωδία.
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ
Η κωμωδία «Σφήκες», είναι το τελευταίο έργο που γράφει και παρουσιάζει ο Αριστοφάνης ενώ ζει ακόμη ο Κλέων, τον οποίο - και εδώ - σατιρίζει έμμεσα μεν, αλλά ανελέητα. Εδώ δε, τον σατιρίζει ως τον μεγάλο εκμαυλιστή των λαϊκών στρωμάτων της Αθηναϊκής κοινωνίας, που έχει μετατρέψει την δικαιοσύνη σε βιοποριστικό επάγγελμα και σε μέσο κοινωνικής ανόδου. Η κωμωδία διδάχθηκε κατά τα Λήναια (Φεβρουάριος) του 422 π. Χ. και ο Αριστοφάνης τιμήθηκε με το πρώτο βραβείο. Λίγους μήνες αργότερα, το φθινόπωρο του ιδίου έτους, ο Κλέων θα σκοτωνόταν στην μάχη της Αμφίπολης, όπως και ο στρατοκράτης Σπαρτιάτης στρατηγός, Βρασίδας.
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ
Η «Λυσιστράτη» είναι μια ακόμη, η χρονικά προ-τελευταία, αντιπολεμική κωμωδία του Αριστοφάνη. Διδάσκεται στα Λήναια του 411 π. Χ. (μέσα Ιανουαρίου – μέσα Φεβρουαρίου). Η Αθήνα την περίοδο αυτή συνθλίβεται κυριολεκτικά υπό το βάρος της ολοκληρωτικής καταστροφής του εκστρατευτικού της σώματος στην Σικελία (415 – 413 π. Χ.), ενώ σε απόσταση αναπνοής - στην Δεκέλεια - στρατοπεδεύουν οι δυνάμεις των Σπαρτιατών. Στο γενικό αυτό πλαίσιο ο Αριστοφάνης κάνει το φιλειρηνικό του κήρυγμα με ένα πρωτότυπο και ιδιοφυές εύρημα, το οποίο χειρίζεται και αναπτύσσει κατά τρόπο σπαρταριστό: Η Λυσιστράτη ξεσηκώνει κατά του πολέμου τις γυναίκες, που με όπλο την απόλυτη αποχή από την ερωτική πράξη, αναγκάζουν τους άντρες τους να συνάψουν πανελλήνια ειρήνη.
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ
Η κωμωδία «Θεσμοφοφοριάζουσαι» έρχεται δύο μόλις μήνες μετά την «Λυσιστράτη», με την οποία συγγενεύει και για τον λόγο ότι μέσω αυτής ο Αριστοφάνης προβάλλει και πάλι τον ρόλο που μπορεί και πρέπει να διαδραματίσει η γυναίκα στην κοινωνική-πολιτική ζωή. Η κωμωδία διδάσκεται κατά τα Μεγάλα Διονύσια του 411 π. Χ. (Ελαφηβολιών, μέσα Μαρτίου – μέσα Απριλίου) και θέμα έχει την επικείμενη απόφαση των γυναικών να θανατώσουν τον Ευριπίδη, επειδή τις κακολογεί με τις τραγωδίες του. Η απόφαση πρόκειται να ληφθεί κατά την εορτή των Θεσμοφορίων, από όπου και ο τίτλος της κωμωδίας. Οι γυναίκες δεν θα θανατώσουν τελικά τον Ευριπίδη, ο οποίος μετά από κωμικότατες καταστάσεις, έρχεται σε συνδιαλλαγή με αυτές.
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ
Ο Αριστοφάνης γράφει και παρουσιάζει στις αρχές του 405 π. Χ. την κωμωδία «Βάτραχοι», για την οποία τιμάται με το πρώτο βραβείο, χάρις, κυρίως στην Παράβαση, με την οποία άσκησε εντονότατη κριτική στους συμπολίτες του για την πολιτική που ακολουθούσαν, αλλά και έκανε εντονότατο κήρυγμα συμφιλίωσης των Αθηναίων πρωτίστως, καθώς και όλων των Ελλήνων. Κύριο θέμα του έργου είναι η παιδεία του πολίτη, καθώς από την κρίση του εξαρτώνται τα πάντα. Και επειδή το μέγα σχολείο του πολίτη είναι το Θέατρο, που με τον θάνατο του Ευριπίδη και του Σοφοκλή έχει μείνει χωρίς άξιους Ποιητές, ο θεός του Θεάτρου Διόνυσος, πηγαίνει στον Άδη για να φέρει στην ζωή τον αγαπημένο του δραματουργό, τον Ευριπίδη. Μετά όμως από κωμικές περιπέτειες και ακόμη κωμικότερο διαγωνισμό μεταξύ αυτού και του Αισχύλου, αλλάζει γνώμη και επιλέγει τον Αισχύλο που επιστρέφει στην γη για να διδάξει τους συμπολίτες του.
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ
Η κωμωδία «ΑΧΑΡΝΗΣ» είναι η αρχαιότερη από τις σωζόμενες και η τελευταία την οποία ο Αριστοφάνης παρουσίασε στο κοινό μέσω άλλου, λόγω του νεαρού της ηλικίας του. Η κωμωδία «ΑΧΑΡΝΗΣ» γράφηκε και διδάχθηκε το 425 π. Χ. και είναι – μαζί με την «Λυσιστράτη» (411 π. Χ.) – το πιο άμεσα και έντονα αντιπολεμικό έργο του.
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ
Η κωμωδία «Νεφέλαι» (423 π. Χ.), τρίτη κατά σειρά αρχαιότητος από τις σωζόμενες του Αριστοφάνη, αποτελεί – κατά δήλωση του ιδίου – την καλύτερη μέχρι τότε κωμωδία του. Παρά ταύτα η υποδοχή της ήταν πολύ κακή - πήρε το τρίτο, τελευταίο, βραβείο - κατά την πρώτη παρουσίασή της και ακόμη χειρότερη κατά την δεύτερη (πιθανόν το 417 π. Χ.) με την ανασύνθεσή της.
ΑΡΙΣΤΟΦΑΝΗΣ
Η κωμωδία «Όρνιθες» του Αριστοφάνη διδάχθηκε κατά τα Μεγάλα Διονύσια (Μάρτιος-Απρίλιος) του 414 π. Χ. υπό το όνομα του Καλλίστρατου και έλαβε το δεύτερο μόλις βραβείο. (Πρώτος ο Αμειψίας με τους «Κωμαστές» και τρίτος ο Φρύνιχος με τον «Μονότροπο»). Σήμερα η κωμωδία θεωρείται αριστουργηματική, από τις καλύτερες σωζόμενες του Αριστοφάνη. Πρόκειται για μια αλληγορική «ουτοπική» κωμωδία, με υπαινικτική αναφορά στην νοοτροπία που οδήγησε τους Αθηναίους στην τυχοδιωκτική εκστρατεία στην Σικελία (415 – 413 π. Χ.), αλλά και διακωμώδηση - του διαχρονικού φαινομένου - της τάσης φυγής από τα πραγματικά προβλήματα με την αναζήτηση του «καλύτερου» . Πολλοί δραματουργοί, από την αρχαιότητα ήδη, μιμήθηκαν ή εμπνεύσθηκαν από την κωμωδία αυτήν.